- Πηγάς, Μελέτιος
- (Χάνδακας, Κρήτη 1549 – Αλεξάνδρεια 1601). Πατριάρχης Αλεξανδρείας κι ένας από τους πιο αξιόλογους ιεράρχες και λόγιους των χρόνων της τουρκοκρατίας. Μαθητής του Μελέτιου Βλαστού στην Κρήτη, συμπλήρωσε αργότερα τις σπουδές του στην Πάντοβα της Ιταλίας. Μοναχός και κατόπιν ηγούμενος στην κρητική μονή Αγκαράθου, πρωτοσύγκελλος αργότερα του συμπατριώτη του πατριάρχη Αλεξανδρείας Σιλβέστρου, ο Π. διακρίθηκε γρήγορα όχι μόνο ως ιεροκήρυκας, αλλά και ως δάσκαλος και λόγιος. Aλληλογραφούσε συγχρόνως με όλους τους Έλληνες λόγιους και ιεράρχες της εποχής του, αλλά και με ηγεμόνες, θεολόγους και άλλες σημαίνουσες προσωπικότητες από όλη την Ευρώπη. Χάρη στο ήθος του, τις διοικητικές του ικανότητες και τη μόρφωσή του είχε επιβληθεί στην κοινή συνείδηση ως η κορυφαία εκκλησιαστική προσωπικότητα της Ανατολής. Το 1590 εξελέγη πατριάρχης Αλεξανδρείας, συχνά όμως ταξίδευε για να επιλύσει διάφορα τοπικά ζητήματα: στη Χίο (1594, 1598), στην Κωνσταντινούπολη (1584-1587, 1594), όπου το 1596-1597 διορίστηκε επιτηρητής του χηρεύοντος πατριαρχικού θρόνου. Από τα δογματικά και αντιρρητικά του συγγράμματα (κατά της δυτικής προπαγάνδας κυρίως) τα περισσότερα είναι ανέκδοτα. Αξιομνημόνευτο είναι και ένα θεατρικό του έργο, γραμμένο στη λατινική. Στο έργο αυτό ο Π. προσπαθεί να εναρμονίσει το αρχαίο ελληνικό πνεύμα με το χριστιανισμό. Από τα θρησκευτικά έργα του το κυριότερο είναι ηKατήχησις επιλεγόμενη Πανδοχεύς. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι επιστολές του. Ο Μ. Π. υπήρξε θιασώτης της κοινής (δημοτικής) γλώσσας στην οποία και συμβούλευε να μεταφραστούν τα Ευαγγέλια. Αξιοσημείωτα είναι τα κηρύγματά του από τον άμβωνα του πατριαρχικού ναού του αγίου Σάββα στην Αλεξάνδρεια. Τα κηρύγματα αυτά δίνουν και μια σαφή ιδέα των γλωσσικών του αντιλήψεων, όπως το παρακάτω: «...Και μη μου ειπήτε ημείς είμασθε όλοι απολεσμένοι επειδή μείναμε χωρίς σοφία, χωρίς δύναμιν. Κλαίω και εγώ τη συμφορά του γένους μας και θέλω την κλαύσει διά να μη θαρρούσι οι αιρετικοί και οι ασεβείς οπού μας περιπαίζουν και μας ονειδίζουν ή πως δεν βλέπομεν την παντερημία μας ή πως την στέργομεν. Κλαίω την και εγώ και ηξεύρω πως την κλαίετε και η αυθεντία σας. Ξεύρω και τούτο, πως και από εκείνους είμεσθεν οπού κλαίουσι και από εκείνους οπού είμεσθε κλαϊμένοι. Πλην μην απελπισθώμεν παντελώς, θαρρείτε πως δεν είναι δυνατόν να παύσουσιν αι αμαρτίαι, οι αδικίαι, τα σκάνδαλα, αι αισχροκερδίαι;... Λοιπόν ας κλαύσομεν από το ένα μέρος δια τας αμαρτίας μας επιστρέφοντες εις μετάνοιαν. Και από το άλλο μέρος μη απελπίζου ο λαός του θεού, το έθνος το άγιον, βλέποντας πως σε κακουχούσι και σκληραγωγούσι οι ασεβείς».
Dictionary of Greek. 2013.